Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Ελευθερία στην Ολότητα

Η ελευθερία η δική μου δε σταματά εκεί που ξεκινά η δική σου
Ούτε αντίστροφα
Η ελευθερία δε νοείται τεμαχισμένη και μερική
Η ελευθερία δεν κόβεται, δε μοιράζεται
Τότε δεν είναι ελευθερία
Δεν παλεύουμε για χωροταξικές παραχωρήσεις
Η ελευθερία υφίσταται στην ολότητα
Κι εμείς αποζητάμε την απελευθέρωση της ολότητας μας
Και δεν κάνουμε καμία έκπτωση σε αυτό

Και θα απελευθερωθούμε όλοι μαζί σύντροφοι και συντρόφισσες
Ή όλοι ή κανένας
Μόνο τότε θα πραγματωθεί η ολότητα
Αλλιώς παύει η ολότητα, παύει η ελευθερία
Γιατί η ελευθερία μου δεν είναι προσωπική μου υπόθεση
Δεν έχει μοναχικό χαρακτήρα

Η ελευθερία μου διαπερνά την ελευθερία σου και προσδιορίζεται μέσα από αυτήν
Η ελευθερία σου, σύντροφε και συντρόφισσα, γίνεται ζήτημα ζωής και θανάτου μου
Και γι' αυτό δε θα σ' αφήσω να πέσεις, σύντροφε
Υπάρχω κι αναπνέω για να σε σηκώνω όρθιο, για να γίνομαι η ορμή της γροθιάς σου, η ώθηση στην επίθεσή σου, η οξύτητα στα προτάγματά σου, η διαύγεια στο χαμόγελό σου, η αποφασιστικότητα στην ανασυγκρότησή σου
Η ταυτότητα της Αξιοπρέπειας μας, η μορφή της Αντίστασής μας
Η συνέχεια της αληθούς ιστορίας..

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Οι καπιταλιστικές μου μπότες

Τέλος!
Παύει πια η άμυνα!

Φοράω τις καπιταλιστικές μου μπότες και βγαίνω και εγώ στο δρόμο
Μαζί με την Κατερίνα
Ουρλιάζω μέσα σου 
Γίνομαι η ενόχληση στο λαρύγγι σου
Το στραβοκατάπιμα στη γρήγορη ανάσα σου 
 Το τελευταίο σου τσιγάρο πριν τον παροξυσμό
Η πληγή από τις κάφτρες στο δέρμα σου


Οι καπιταλιστικές μου μπότες 
Έχουν χρώμα μαύρο και τακούνι χοντρό
Είναι ψηλές και χαλάνε το επαναστατικό μου κύρος
Σαν κολονάτο ποτήρι του κρασιού γεμάτο χολή

Γίνομαι η ορμή του οργασμού σου
Η ανακούφιση της πρωκτικής σου αποδιέγερσης
Το στραπόν ανάμεσα στα πόδια σου

Ξέρω όλες σου τις επιθυμίες

Υπάρχω μέσα από 'σένα
Υπάρχεις μέσα από 'μένα 
Είναι ζήτημα καταβολής
Παρ' το απόφαση!
Παρ' το απόφαση!
Ουρλιάζω μέσα σου!
Φοράω τις καπιταλιστικές μου μπότες!
Τρώω τα καπιταλιστικά μου αγαθά!
Χέζω τα καπιταλιστικά μου σκατά!
Παρ' το απόφαση!
Παρ' το απόφαση!
Παρ' το απόφαση!
Παρ' το απόφαση!
Φοράω τις καπιταλιστικές μου μπότες!
Παρ' το απόφαση!

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Αλγοριθμικό



Αυτό που μου αρέσει κάτι απροσδόκητα πρωινά σαν το σημερινό είναι το βαθύ ένστικτο δημιουργικότητας, που για καιρό σφηνώνεις στη φορμόλη και που σαν ανοίγεις τα μάτια σου μετά από μία ακόμη βάρβαρη αποτυχία για έναν ήρεμο ύπνο, σε ξερνάει ή το ξερνάς. Η καθημερινή μου τάση με έσπρωξε με έναν υπνωτικά ενδελεχή τρόπο μπροστά από το ψυγείο. Το άνοιξα. Στα εσώψυχά του δέσποζε ένα καραφάκι ρακί και μία μποτίλια ούζο. Ένας θεόσταλτος φίλος για αυτές τις δηλητηριασμένες μέρες που το φίλτρο των ματιών μου, βαφτισμένο καχυποψία και μίσος με τραβάει μακριά από κάθε είδους κοινωνικοποιητικές φρικαλεότητες. Ζω το πιο πραγματικό "καλημέρα" στον κόσμο του "πες μου κάτι εντυπωσιακό", "θέλω να υπάρξω μέσα από 'σένα" και τέλος πάντων κάτι που εγώ το ονομάζω Όλοι μαζί και όλοι μόνοι. Με μανία προσπαθώ να εξηγήσω την περιπλοκότητα της συμπλοκής από το ατομικό στο συλλογικό. Γιατί το "θέλω να υπάρξω μέσα από 'σένα" δεν είναι μία κακή συνθήκη υπό άλλους όρους, αλλά όλη αυτή η παράνοια του εκάστοτε φιλοσόφου που διεκδικεί το ταυτόν χωρίς το έτερον όντως με τρομάζει!
Τελικά μπροστά στο δίλημμα καφές ή αλκοόλ και μετά από μία σύντομη εσωτερική διαδικασία σύγκρουσης, γέμισα ένα ποτηράκι ούζο και έκατσα στον καναπέ αναζητώντας την αρχή και τον τρόπο της δημιουργικής εκτόνωσης. Οι ώρες πέρασαν, το ένα ποτηράκι έγινε και δεύτερο, το δεύτερο τρίτο... Όλη έχουμε βιώσει τη συνέχεια. Στο τέλος για ακόμη μία μέρα αποφασίζω να παραιτηθώ. Με την αυτοδιάθεσή μου πιο αδύναμη από ποτέ βυθοσκοπώ τον εαυτό μου και φωνάζω "Υπομονή! Μια άλλη μέρα! Ίσως αύριο!". 
Σήμερα για μερικά δευτερόλεπτα ξύπνησα. Και παραιτήθηκα ξανά. Αλλά η σημασία αυτής της διάρκειας είναι η τομή του εαυτού μου. Είναι η ευκαιρία μου μέσα στην ιστορικότητα της ύπαρξης μου. Είναι η κατανόηση της αντίφασης μου. Χαίρομαι που παραιτήθηκα! Θέλω να φωνάξω από χαρά! Σήμερα παραιτήθηκα ξανά! Οι τέσσερις εργασίες μου εκκρεμούν αλλά ακόμα αυτοκαθορίζομαι. Δεν αντικειμενοποιούμαι. Δεν συστηματικοποιούμαι. Αρνούμαι επίμονα να προπαρασκευαστικοποιηθώ. Ακόμα είμαι. Ακόμα είμαι εντάξει. Μέσα σε αυτό το μοριοποιητή το μόνο που μας μένει αν δεν είμαστε οι χειριστές του είναι να τα βρούμε με τη σχιζοφρένεια μας, να αγαπήσουμε την παραίτησή μας γιατί κρύβεται υγεία πίσω από αυτή.
Καπνίζω τα στριφτά μου με θράσος, βάφω τα χείλη μου κόκκινα και διαβάζω ήσυχα την εφημερίδα μου. Από 'μένα για 'μένα και για όλους. Μία ώρα μετά μπορεί να κλαίω πάλι πεσμένη στο πάτωμα επειδή τροφοδότησα με μία εκρηκτική σκέψη τις πιο σκοτεινές μου ενοχές. Αλλά εγώ τις τροφοδότησα. Το ξέρω αυτό, το καταλαβαίνω, το αντιλαμβάνομαι, το αλλάζω. 
Είμαι ο αλγόριθμος που μπορεί να βραχυκυκλώσει το μηχάνημα σας. Με πλήρη ανάκληση μπορώ να σας αναφέρω πως είμαι μία πεπερασμένη σειρά πεπερασμένων βημάτων κι εντολών, αυστηρά καθορισμένων κι εκτελέσιμων σε ένα πεπερασμένο σύμπαν. Μία ευσυνείδητη στοχευμένη αλλαγή στο βήμα, ένα μικρό παραπάτημα. Η ζωή μου τρίζει σαν το μηχάνημά σας κι εγώ δεν έχω να χάσω τίποτα. Μόνο ούζο!   

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Μέλισσες - Φωτεινή Βελεσιώτου


Να σε μισήσω είν αργά
αέρας με δροσολογά
με κυνηγούν οι μέλισσες
κι εσύ, που δεν με θέλησες.
Τινάζω το βασιλικό
να σταματήσω το κακό
σ είχανε δέσει μάγισσες
μα πάλι εσύ με ράγισες.

Νυχτώνει, βγαίνω να σε βρω
σα φεγγαράκι δυο μερώ
κλειστά παραθυρόφυλλα
να μ΄ αγαπάς, πώς το θελα.

Θυμάρι ρίχνω στις φωτιές
με τυραννούν οι ομορφιές
οι ομορφιές οι φόνισσες
κι εσύ που με λησμόνησες.

Αν κλάψω, μη με φοβηθείς
την ένιωσα και πριν χαθείς
μια πίκρα στο ροδόνερο
γιατί μ αρνιόσουν τ όνειρο.
Θα ρίχνω εκεί που περπατάς
τον όρκο μας να τον πατάς
κι ας με πονούν οι μέλισσες
κι εσύ, που δεν με θέλησες.

από την "Ίσαλλο Γραμμή" 2008
στίχοι: Ελένη Φωτάκη
 μουσική: Γιώργος Καζαντζής 

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

ΑΣ ΛΗΞΟΥΝ του Μανόλη Πολέντα


Ας λήξουν
ας λήξουν τώρα
οι ερμηνείες όλες
τώρα ας λήξουν
ας λήξουν τώρα
οι δυνάστες του στείρου λόγου
τώρα ας λήξουν
ας καταλήξουν
οι στεριανοί
οι ασυνήθιστοι εις τα θαλάσσια ταξίδια
του ουρανού
οι συγκροτημένοι νόες
που γεννούν σκουριασμένα μέλλοντα
τώρα ας καταλήξουν
τα ηλεκτρόδια εκπομπής των ειωθότων
οι χαμηλοί τόνοι και τα προφίλ
των φιδιών της κοινωνίας της γης
τώρα ας καταλήξουν
τώρα ας λήξουν τα θεσπισμένα
όλα τα θεσπισμένα διατάγματα
τα ψηφίσματα και οι νομοθετικές πράξεις
η ψεύτικη συγκίνηση
τα περιτοιχίσματα και οι περίβολοι
που κρύβουν τον ουρανό
τώρα ας έρθει ο ουρανός
και ας κρεμάσει
τους χαμηλούς τόνους και τα προφίλ
των φιδιών της κοινωνίας της γης
τις παρθένες
που φυλάγουν την ευτυχία της ηδονής μέχρι
να βρουν να την πουλήσουν
στην υψηλότερη δυνατή τιμή
ας τις εμφιαλώσουν οι αλήτες του Θεού στη γη
μέχρι να λήξει η σπέκουλα,
τα κέρδη, οι απολαβές, οι αμοιβές,
οι μισθοί και οι αποζημιώσεις
οι εκμισθωτές επιπλωμένων δωματίων
ας λήξουν τώρα
τώρα ας ανθίσουν
τα πάθη, τα έντονα συναισθήματα
οι μανίες, οι έντονες ροπές
οι εκρήξεις οργής, τα ξεσπάσματα θυμού, η θέρμη
οι δραματικές αναπαραστάσεις των παθών
τώρα ας ανθίσουν
οι λύκοι της στέπας τώρα ας κατασπαράξουν
αστούς, μικροαστούς, μεγαλοαστούς,
τώρα να λήξουν
οι έρευνες που μπολιάζουν τα ειωθότα
τώρα ας δείξουν οι δορυφόροι
τους καρτερικούς πεζόδρομους του ουρανού
τους αλήτες του Θεού ας δείξουν
τώρα ας τους δείξουν
τώρα να λήξουν
οι απαθείς, οι ψυχροί, οι αδιάφοροι
οι άνευ πάθους, οι παθητικοί, οι αδρανείς
οι ουδέτεροι, οι μη αντιδρώντες
οι διπλωμάτες
που συγκλίνουν κάτω από το βλέμμα του Θεού
κάτω από το βλέμμα των αλητών του Θεού
τώρα ας καταλήξουν
τώρα ας λήξουν
οι στέγες των λιπαρών κάφρων
τα λιπαρά τσουτσέκια που διανύουν ανενόχλητα
την άσφαλτο του κέρδους
το κέρδος ας λήξει.
Το χάσμα,
μέσα εκεί που λάμπει η υπεραξία της καρδιάς
ας λάμψει για όλους τις σπέκουλες
της κοινωνίας της γης
και ύστερα ας λήξουν καθώς και ο άνθρωπος
που παίρνει χρώμα ζωντανό λίγο προτού πεθάνει
έτσι και οι αστοί, μικροαστοί, μεγαλοαστοί
τα γραφεία των υπουργών
ας λήξουν τώρα
και ας συσσωρευτούν υπό του ανέμου
οι κομψοί αθεϊστές
οι αλήτες του Θεού
που γέννησε ο Θεός
που αγαπούν και αγνοούν το πέρασμα του κοπαδιού
και τους γύπες που το καθοδηγούν
μες το τεράστιο μαντρί του παγκόσμιου χωριού
για να το αρμέξουν, να το μπολιάσουν να μεγαλώσει
να το βιάσουν ξανά και να του καταστρέψουν
την ψυχή.
Τώρα ας ανθίσουν
οι φίλοι μου που συγκινούνται άνευ λόγου,
τα αγόρια που ερωτεύονται όλα τα κορίτσια
τα κορίτσια που ερωτεύονται όλα τα αγόρια
οι νευρικοί και οι εύθικτοι, οι ευερέθιστοι,
οι κομψοί εξυβριστές
τώρα ξανά ας ανθίσουν
όσοι υποψιάστηκαν πως πάντα είχαν συντρόφους
σε κάθε σάπια εποχή του παρελθόντος
πως πάντα θα έχουν συντρόφους
σε κάθε σάπια εποχή του μέλλοντος
να βγω κι εγώ στο φως
που τόσα χρόνια μόνος περιμένω να δω τον πατέρα μου
και να του πω κι εγώ, να συνεχίσω,
ας λήξουν όλα τα ποιήματα
που πίστεψαν στον εαυτό τους περισσότερο από τη ζωή
οι Ακαδημίες των ληγμένων ψυχών
που τα βραβεύουν καθώς πιστεύουν
πως οι μικροί καρτέσιοι έχουν κάτι να δώσουν
από τις μικρές οπτασίες εδώ χάμου κι εκεί χάμου
που χαμουρεύονται
ας λήξουν
ας ανθίσουν τα νεύρα του ανθρώπου
οι νότες οι μινόρες ας γίνουν μηνόρροια
οι μη όροι της ψυχής που αγαπάει ex nihilo
ας γίνουν όρια
δάκρυα χαράς στη δημόσια ζωή
φάκες στους μπολιαστές, ερευνητές, ποντίκια
ας λήξουν οι πονηροί Πατέρες
οι εργατοπατέρες
οι μέλλοντες υπουργοί
οι εκπρόσωποι ας καταλήξουν
οι εργασιομανείς,
οι ατάλαντοι τελειομανείς του τίποτα
και της ανούσιας έρευνας
που αξίζει λιγότερο από την επιχορήγησή της
της θέσης που εξασφαλίζει ασφάλεια και σταθερότητα
ας λήξουν
και ας ανθίσουν τα παλικάρια
που ψήνονται όλη μέρα
και όλη νύχτα πετούν τον κόπο τους
και δε νοιάζονται για αποταμιεύσεις
και ξαναψήνονται την άλλη μέρα
και διατηρούνται νέοι μόνο για ν’ αγαπούν
και να δίνουν τον κόπο τους
σ’ ένα ζεϊμπέκικο
η Λίλια για πάντα
που πέταξε στα σκουπίδια τα λεφτά
ενώ ήταν φτωχή και ορφανή
μόνο γιατί την προσέβαλαν άδικα
η Λίλια για πάντα ας ανθεί
η Λίλια
η μόνη του κόσμου ελπίδα.

"Το σχήμα μου" του Μιχάλη Κατσαρού



Θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω τὸ σχῆμα μου
ὅπως συντρίβεται σὲ δυὸ λιθάρια
θὰ σκεφτῶ ὑπόχρεος ἀπέναντί σου
θὰ στήσω τὴ φοβερὴ ὀμπρέλα μου
μὲ τὶς μπαλένες ἀπ᾿ τὸ πρόσωπό μου
μαύρη ὑγρὴ ἀκατανόητη
ἀπ᾿ τὸν καιρὸ ποὺ ἤτανε ἀσπίδα
ποὺ ἦταν ταπεινὸ κυκλάμινο
καὶ μιὰ ρομφαία.
Θέλω νὰ μιλήσω ἁπλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη
τῶν ἀνθρώπων
καὶ παρεμβαίνουν οἱ θύελλες
παρεμβαίνει τὸ πλῆθος
τὸ στῆθος μου
τὸ τρομερὸ ἡφαίστειο ποὺ λειτουργεῖ
κάτ᾿ ἀπὸ πέτρες.
Τὰ φριχτὰ ἐρωτήματα παραμένουν ἐπίμονα
μαῦρα ὑγρὰ ἀκατανόητα
παραμένουν ἐπίσημα
σὰν σαρτεβάλια.
Ὅσο ἀπ᾿ τὶς μικρὲς καλύβες νὰ γελοῦν
ὅσοι οἱ χωρικοὶ νὰ μπαίνουν στὰ ἐργοστάσια
ὁ πύργος μας καίγεται
θ᾿ ἀφήσουν ἐποχὴ οἱ ἔνδοξες μέρες
ὅλα τ᾿ ἀπόκρυφα χειρόγραφα θὰ ἐπιστραφοῦν
ἀπὸ σοφοὺς καὶ μάντεις.
Μετὰ τὸ θέμα μας χάθηκε.
Δὲν ἔχομε τίποτα νὰ σᾶς ποῦμε
ἔτσι ποὺ ὅλα προδοθήκανε
ἔτσι ποὺ ὅλα λύσαν τοὺς ἁρμοὺς
ἀπὸ πίστη σὲ πίστη
ἀπὸ ὑπόγειο σὲ ὑπόγειο
ἀπὸ πρόσωπο σὲ πρόσωπο
δὲν ἔχομε τίποτα νὰ σᾶς ποῦμε.
Βαθιὰ στὶς ρίζες τοῦ δέντρου σας
μαζὶ μὲ τοὺς τυφλοπόντικες
μαζί με τοὺς καταποντισμένους πίθηκους
σὲ σκοτεινοὺς ὑποχθόνιους κρότους
ἀσθμαίνοντας μετατοπίζομαι
-ἀνακατωμένοι οἱ βρόγχοι-
βαθιὰ στὰ ξερὰ λιβάδια σας πέφτει καινούργια
ἀθόρυβη βροχὴ
ὅπου συντρίβει
ὅπου ἀνθίζει τὰ χέρια μας ἀπ᾿ τὶς δικές σας
πληγές
ὅπου γεμίζουν τ᾿ ἄδειά μας σταμνιὰ
κερὶ καὶ μέλι.
Κάποτε θ᾿ ἀνεβοῦμε καθὼς προζύμι
ὁ σιδερένιος κλοιὸς θὰ ραγιστεῖ
τὰ ὄρη σας ὅπως πυκνὰ σύννεφα θὰ χωριστοῦν
οἱ κόσμοι θὰ τρίξουν
στὶς ἔντρομες αἴθουσες οἱ ρήτορες θὰ
σωπάσουν
καὶ θ᾿ ἀκουστεῖ ἡ φωνή μου:
«Οἱ νέοι πρίγκιπες μὲ σάλπιγγες καὶ νέες
στολὲς
οἱ νέοι συμβουλάτορες οἱ νέοι παπάδες
οἱ πρόεδροι καὶ τὰ συμβούλια καὶ οἱ ἐπιτροπὲς
ὅλοι οἱ μάγοι προφεσόροι...»
Περιμένετε αὐτὴ τὴ φωνή.
Ἔτσι θ᾿ ἀρχίζει.

Ποίημα ἀπὸ τὴ συλλογὴ «Κατὰ Σαδδουκαίων»

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Οι δεσμώτες

Είναι παντού γύρω μου
Οι δεσμώτες 
Δεν μ' αφήνουν να ανασάνω 
Να περπατήσω ένα βήμα ήσυχη 
Ψάχνουν συνεχώς για μένα
Προσπαθούν να σκοντάψουν πάνω μου
Σπρώχνουν τους θορύβους από τις μηχανές τους στον ύπνο μου 
Δε μ' αφήνουν ούτε να κοιτάξω κάπου αλλού
Με ταΐζουν μόνο  με σκιά
Οι δεσμώτες..

Μόρα




Είναι η πιο μελετημένη αρρώστεια
Επιστημονικά στοχευμένη
Με περιμένει κάτω από το σπίτι ξελιγωμένη
Η επόμενη κίνηση είναι στρατηγική 
Θα χτυπήσει τον πιο αδύναμο 
Τελικά δε τη νοιάζει καθόλου το λευκό ή το μαύρο δέρμα 
Τη νοιάζει ό,τι ξεφεύγει από την ομοιομορφία της
Ο νεκρός νους, ο νεκρός άνθρωπος
Και όταν πάρει στα χέρια της την εξουσία που ξεπορνεύεται για να κατακτήσει
Είναι η πρώτη που θα ισοπεδωθεί
Θα αντικατασταθεί
Θα πουληθεί σα φτηνή καραμέλα με αντάλλαγμα λίγη διάρκεια
Κι εγώ που είμαι ο μαύρος, είμαι ο κίτρινος, είμαι ο λευκός, είμαι ο περασμένος αστάρι και μετά βεραμάν, το πιο χυδαίο ροζ 
Είμαι αυτό που φοβάσαι
Γεννιέμαι ξανά και υπάρχω στην επόμενη τυχαιότητα 
Είμαι κόσμος που έκαψες, ο κόσμος που σκότωσες, ο κόσμος που βίασες, ο κόσμος που πούλησες χιλιάδες φορές 
Ξανά μπροστά σου 
Είμαι σε κάθε σημείο του κόσμου
Κι ακούω την τρομαγμένη σου ανάσα 
Την υποταγμένη σε κάτι ασαφές, θολό
Σαν τον ψίθυρο της Μόρα
  ΕΙΜΑΙ ο κόσμος!

Τη στιγμή που διακυβεύεται η αξιοπρέπεια της ύπαρξης

Δηλαδή διαρκώς
Πάντα

Αυτός που κοιτά άπραγος 
Ακούνητος
Αμίλητος
Αμετανόητος 
Αδιάφορος 
Είναι αυτός που δε θα εξιλεωθεί ποτέ
Μπορεί κάπου στο ενδιάμεσο μιας συζήτησης ανάμεσα στην Αλήθεια και την Ανθρωπότητα να αναφερθεί ως "το λάθος"
Να είναι ο απόηχος ενός ενοχλητικού βήχα..

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

Θαύμα χωρίς Ενοχή

Σήμερα είδα το χριστό
Κράταγε χαρτοφύλακα και ήταν μπερδεμένος με τα λογιστικά 
Ήταν η πρώτη και η τελευταία μέρα της ζωής του
Έχασκε δυνατά 
Μου επέτρεψε να ονομάσω το τυχαίο γεγονός θαύμα

"Απόψε δουλεύω για την ανθρωπότητα!"


Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012

Η διαπίστωση του τσιγαρόχαρτου


Θέλω να ακούσω μια γνωστή φωνή
Όχι από έρωτα
Από ανάγκη
Μόνο από ανάγκη
Κάπως ανθρώπινο θα ήταν 
Είναι το στίγμα της αλληλόδρασης 
Ένα χτύπημα στο όνειρο
Και μετά άλλο ένα 

Πάλλονται
Τα χτυπήματα πάλλονται ανάμεσα στις απορίες 
Και με αυτή τη διαπίστωση στρίβω το τελευταίο μου φίλτρο σε ένα τσιγαρόχαρτο
-Γνωστή ύλη-
Κι αυτό καίγεται 
Θυσία στην ανάσα 
Το σώμα μου παράγει ανελέητους ήχους
Το δέρμα μου κάηκε ανάμεσα στα χιλιοειπωμένα, βασανισμένα φεγγάρια
Κι αργεί τόσο η επόμενη διαπίστωση

Θέλω να κοιτάξω μια γνωστή εικόνα
Όχι από έρωτα
Από ανάγκη..

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Λένε...





Λένε η ποίηση ετούτης της εποχής είναι στυγνή
Μα γιατί να δωθεί τέτοια χάρη;

Λένε τάχα μου πως ο θάνατος δεν έχει άλλο ορισμό
Παρά μονάχα την απουσία
Τόσοι απόντες σε ετούτη τη μάζωξη
Ας πιούμε!

Λένε το τελευταίο γράμμα είναι το πιο δύσκολο να διαβαστεί
Δες εδώ! 
Τόσα χρόνια σχολειό...

Λένε το όνομα γράφεται με κεφαλαίο και δεν αλλάζει ποτές
-Για κοίτα πως χωριάτεψα, περίεργα μιλώ-
Ο κόσμος με νομίζει ίδια...

Λένε...λένε...λένε..
Μόνο λένε
Άστε τους να μιλούν
Έτσι δε κινδυνεύουν να βγουν στ' αντάρτικο
Φτωχές μου και μόνες σιωπές...

Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

Monophonics-Bang Bang

I was five and she was six
We rode on horses made of sticks
I wore black and she wore white
She would always win the fight

Bang bang, she shot me down
Bang bang, I hit the ground
Bang bang, that awful sound
Bang bang, my baby shot me down

Seasons came and changed the time
And we grew up, I called her mine
She would always laugh and say
"Remember when we used to play?"

"Bang bang, I shot you down"
"Bang bang, you hit the ground"
"Bang bang, that awful sound"
"Bang bang, I used to shoot you down"

Music played and people sang
Just for me the church bells rang

Now she's gone, I don't know why
And till this day, sometimes I cry
She didn't even say "goodbye"
She didn't take the time to lie

Bang bang, she shot me down
Bang bang, I hit the ground
Bang bang, that awful sound
Bang bang, my baby shot me down


Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Δεν αμφέβαλα ούτε μία στιγμή
Είμαι σίγουρη
Αναρωτήθηκαν πριν καν κοιταχτούν
Μα πόσο ανελέητα παράφρωνες;
Πόσο κοστίζει ένα δευτερόλεπτο σιωπής;
Πόσα χρωστάει μία επανάσταση μη αιμοβόρα;
Πότε τελειώνει η ανείπωτη βία;

Θέλω να σκάψω τόσο βαθιά που να βρω τις πρωτόγονες πέτρες 
της πρώτης αντιδικίας
Θα είναι σμιλεμένες με έναν σοφό ήχο που τότε θα ακουγόταν 
σαν μία υπεράνθρωπη προσπάθεια εγκατάλειψης και άρνησης

Θα έσπαγε το αυγό του βγαίνοντας με δύναμη στην επιφάνεια
Ασθμαίνοντας γοργά
Ρουφώντας με μανία οξυγόνο 
Ξεροβήχοντας άτσαλα 
Σκορπώντας σάλια εδώ και κι εκεί

Συγκηνητική στιγμή για μια πουτάνα σαν κι εμένα
Ετσι μου έρχεται να ξεράσω όλα τα κοιτάσματα της εξέλιξης
Όλη τη βρώμα της μίζερης τρυφεράδας που με το ζόρυ στράγγιξα στα δεκάξι μου από ένα κομμάτι σάπιο κρέας
Έζησα εκατοντάδες βιασμούς μέχρι να μη θυμάμαι αν ήταν πραγματικότητα
Πονούσαν τα σκέλια μου 
Κι εγώ τριβόμουν στο φουστάνι της μάνας μου με μισόλογα
 Κι εκείνος σερνόταν από το ένα μουνί στο άλλο 
Οικτρή παρουσία!
Εκλεκτικέ μαλάκα εραστή μου,
Ακόμα δεν κατάφερα να βγάλω από το λευκό μου φόρεμα το κακόγουστο αιματηρό σημάδι σου
Σε σκοτώνω κάθε μερά που περνά κι ακόμα υπάρχεις
Χιλιάδες φορές σκέφτηκα να σου φορτώσω την τύχη μου,τη μοίρα μου
Μία διαπλεκόμενη ευθύνη ανάμεσα σε κάτι φτωχές -πολύ φτωχές- πράξεις 
Στο βωμό της νευρικής εκδίκησης μία αυτοχειρία
Τι ωραίο που ακούγεται
Τρυφερό
Σαν εκείνη τη φορά -την προτελευταία- που καθώς κάναμε έρωτα σου φώναξα "την κατάρα μου να 'χεις"
Ένα ζοφερό χαμόγελο αναπήδησε από τον απογευματινό ήλιο 

Μια μέρα η εξέλιξη θα τελματωθεί
Θα σιχαθεί τα ίδια της τα υποκείμενα 
Θα το μετανιώσει και με θλίψη θα τα μαζέψει όλα πίσω όπως πριν 
Θα κλάψει τόσο για το δημιούργημά της
Θα αυτομαστιγωθεί και θα παρακαλέσει το σύμπαν για συγχώρεση
Και το σύμπαν θα της δώσει συγχώρεση μα πρώτα θα της κάνει τον πιο βίαιο έρωτα
Ανάμεσα σε εκρήξεις και νεκρές συγκυρίες..
 
 
 

 

 


Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Από την ποιητική συλλογή "Καλωσήρθες χειμώνα, γραφιά της νιότης μας" του Γιάννη Ζελιαναίου

Photo: Diane Arbus, New York City
Θέλω να καταλάβω τι άνδρας έγινα.
Θέλω να καταλάβω τα μοιρολόγια από τη Μάνη, γραμμένα σε μία κασσέτα στις τρεις το ξημέρωμα.
Θέλω να καταλάβω πόσο απόκοσμος έγινα.
Θέλω να καταλάβω το φως που πέφτει στο πάτωμα τόσο απαρηγόρητα όσο και το σονέτο του θανάτου.
Θέλω να καταλάβω πώς μας ξέκανε τόσο γοργά η εφηβεία.
Θέλω να καταλάβω τους ποιητές που έγιναν παλιάτσοι και καθώς έπιαναν τα αρχίδια τους δεν έβρισκαν τίποτα.
Θέλω να καταλάβω που ξοδεύτηκε τόση ευτυχία.
Θέλω να καταλάβω το διάβολο που κουράστηκε τη μέρα 
και κοντοστάθηκε αποβραδίς σε μία ταβέρνα, 
για να τους πάρει όλους.
Θέλω να καταλάβω τα ποιήματα που ξεπόρτισαν από το κουφάρι μου και τρόμαξαν τη γυναίκα που πλάγιασε σιμά μου.
Θελω να καταλάβω του γέρου τις πρόστυχες ιστορίες.
Τον κυκεώνα της ντροπής σε δύο σφιγμένα χείλη.
Το σκυλί που γαβγίζει όταν ο βουτηχτής στέκεται πίσω από τη πόρτα.

Από την πραμάτεια της ζωής μου.
Φτώχεψε από νωρίς το παιδί της νιότης.
Σε κανένα μη πεις ποιός είμαι.


*

Τα καλοκαίρια μαζεύω χρόνια κάτω από τον ήλιο.
Τους χειμώνες θάβω ζωές κάτω από ένα μέτρο χιόνι.
Την άνοιξη νιώθω θλιμμένος, καθώς τα λουλούδια 
μου θυμίζουν μια γέννηση.
Τη δική μου.
Το φθινόπωρο τα πάντα είναι πένθιμα και τ' απογεύματα
η κάμαρα αρπάζει το χέρι μου από τον καρπό μην κάνει κάτι
θλιβερό.

*

Photo: Diane Arbus, The seated man

Η επιθυμία ήρθε αφού ο έρωτας ξελίγωσε τα πάντα.
Η γραφομηχανή διαλύθηκε πριν γράψω το καλύτερό μου 
ποίημα.
Μετέπειτα ήρθε ο χορταριασμένος λόφος.
Εκείνος που φώλιασαν τα κομμάτια μιας παλιάς αυτοχειρίας.

Πέμπτη 3 Μαΐου 2012


Βίοι Αγίων

"Όταν του έκοβαν το χέρι έλεγε "εγώ και το χέρι μου", όταν του έκοβαν το πόδι έλεγε "εγώ και το πόδι μου", όταν του έκοβαν το κεφάλι τι έλεγε; "Εγώ και το κεφάλι μου" ή "εγώ και το σώμα μου"; Με ποιο δικαίωμα το κεφάλι διεκδικεί το Εγώ;"


Από την παράσταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Κάθε πρωί ξανά και ξανά 
"Καλωσήρθες"
Παραπονιάρικο κλάμα της πρώτης ανάσας
Ξέρω μια στιγμή θα έρθει η ανάπαυση.

Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Ο βόας

Δεν μπορεί να υπάρξει ομοιοκαταληξία στην ποίηση πια
Η ομοιοκαταληξία έχει πεθάνει
Γιατί στις ζωές μας δεν υπάρχει τίποτα ποιητικό
Ο θάνατος της ποίησης είναι η τροφή της ποίησης
Σαν το φίδι που περιστρεφόμενο καταβροχθίζει την ουρά του
Κι αυτός ο αυτοκαταβροχθισμός είναι πλήρως κατανοητός
Καθώς η ποίηση που εμείς γνωρίζουμε έχει αναφορά τον άνθρωπο 
Και η αγωνία της, για να παραμείνει ζωντανή, σκοπό τη μη κατάκτηση
Έχουμε πάψει να θαυμάζουμε πια και να εξυμνούμε ότι έχουμε αγγίξει 
Είτε από την ψευδαίσθηση της ανωτερότητας
Είτε από την τύψη της μελαγχολίας
Μόνο τα μακρινά, ανέφικτα τοπία μας διεγείρουν 

Τη στιγμή που η ποίηση αποδεσμεύτηκε από την ομοιοκαταληξία
Βγήκε στο μονοπάτι της αναζήτησης προς την ελευθερία
Τη στιγμή που έκανε αυτή την επιλογή άρχισε να αυτοκτονεί και να αναγεννάται επ' άπειρον.

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012

Θυμήσου, σώμα...

Θυμήσου, σώμα...
Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες,
όχι μονάχα τα κρεββάτια όπου πλάγιασες,
αλλά κ' εκείνες τες επιθυμίες που για σένα
γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά,
κ' ετρέμανε μες στη φωνή -- και κάποιο
τυχαίον εμπόδιο τες ματαίωσε.
Τώρα που είναι όλα πια μέσα στο παρελθόν,
μοιάζει σχεδόν και στες επιθυμίες
εκείνες σαν να δόθηκες -- πώς γυάλιζαν,
θυμήσου, μες στα μάτια που σε κύτταζαν•
πώς έτρεμαν μες στη φωνή, για σε, θυμήσου, σώμα.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1918)

Του έρωτα και του νερού

-Ο έρωτας είναι θλίψη. Όταν κατακλύζεσαι από συναίσθημα είσαι μικρός
Δε μπορείς δεις πέρα από αυτό που αγγίζεις
Η ελευθεριακή συνθήκη είναι αυτή που θα σου επιτρέψει
Να αιωρηθείς κοιτάζοντας απο΄ψηλά και μέσα από αυτή τη γιγάντωση
Έχοντας αποβάλλει από πάνω σου τη νεκρή ενοχικότητα πια
Να επιστρέψεις σε εσένα και να αφοσιωθείς στη μικρότητά σου
Αν δε μάθεις πότε να επιστρέφεις στο συναίσθημά σου 
Και πότε να βγαίνεις έξω από σένα
Δεν θα αντιληφθείς ποτέ την έννοια του "μέρους".
   

-Θα είναι ώρες που θα είναι όλα ξεκάθαρα
Θα είναι ώρες που οι πιο ασύμβατοι και θορυβώδεις ήχοι θα παράξουν αρμονία
Ακόμα και η λανθασμένη πορεία γεννάει αρμονία και είναι τόσο δύσκολο, ξέρεις, να το σπάσεις αυτό
Μόνο ένας μουσικός που έχει διδαχθεί κι εξελίξει το μέγεθος της αρμονίας μπορεί καταφέρει την εφεύρεση της μη αρμονίας
Τότε θα ζήσει για μία στιγμή
Μετά η ανθρωπότητα θα καταρρεύσει.


-Το νερό έχει μνήμη
Τέσσερις διαφορετικές σταγόνες αν και με γυμνό μάτι φαίνεται να διαγράφουν μία και μόνο μία κοινή καμπύλη
Στην πραγματικότητα δεν ακουμπούν ποτέ η μία την άλλη παρά μόνο αν προέρχονται από το ίδιο ύδωρ
Πρόσεχε πως το χτυπάς για να φτιάξεις τον καφέ σου από 'δω και πέρα
Δεν είναι τυχαία η έλξη μας από τα ρευστά στοιχεία του σύμπαντος
Ο τετραγωνισμός του κύκλου δεν θα αποδειχθεί ποτέ
Γιατί δεν υπάρχουν γωνίες στην πραγματικότητα
Μόνο καμπυλότητα και ρευστότητα
Αν πάψεις να είσαι ρευστός παύεις να κυλάς στο πέρασμα των στιγμών
Δεν έχεις πια λόγο
Ούτως ή άλλως η ζωή έχει αυταξία
Η ζωή έχει σκοπό τη ζωή
Αυτό είναι το σπασμένο πόδι της θρησκευτικής πίστης
Το σπασμένο χέρι της κατανόησης
Το σπασμένο κεφάλι του μαζανθρώπου.

Blacklisted-Αντέχεις

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Joan Baez - The Ballad of Sacco and Vanzetti

Father, yes I am a prisoner;
Fear not to relay my crime.
The crime is loving the forsaken,
Only silence is shame.

And now I'll tell you what's against us,
An art that's lived for centuries...
Go through the world and you will find
What's blackened all of history.
Against us is the law with its
Immensity of strength and power
- Against us is the law!
Police know how to make a man
A guilty or an innocent.
- Against us is the power of police!
The shameless lies that men have told
Will ever more be paid in gold...
- Against us is the power of the gold!
Against us is the racial hatred
And the simple fact that we're poor.

My father dear, I am a prisoner.
Don't be ashamed to tell my crime,
The crime of love and brotherhood;
And only silence is shame.

With me I have my love, my innocence,
The workers and the poor
For all of this I'm safe and strong
And hope is mine!
Rebellion, revolution don't need dollars,
They need this instead :
Imagination, suffering, light and love
And care for every human being!
You never steal, you never kill,
You are a part of hope and life.
The revolution goes from man to man
And heart to heart!
And I sense when I look at the stars
That we are children of life;
Death is small...


Βήματα προς κάπου βήματα προς κάποτε


Θα ‘θελα να μπορώ να αντιλαμβάνομαι τον χρόνο στο ένα μου βήμα. Θα ‘θελα να μπορώ να αντιλαμβάνομαι αυτό το χρονικό και χωρικό κενό, που διαμεσολαβεί ανάμεσα στην αίσθηση προσανατολισμού μου και το ανεπαίσθητο κοίταγμα προς τα ‘κει. Θα ‘θελα να γίνω αυτή η απροσδόκητη, ξαφνική διεργασία που διαπερνά την καθημερινή μου ύπαρξη, την κίνηση μου, την μικρή πορεία από κατεύθυνση προς κατεύθυνση, από σημείο προς σημείο. Θα ‘θελα να μπορώ να αντιλαμβάνομαι τη σχιζοφρενική πραγματικότητα της μικρότητας μου και του ταυτόχρονου μεγαλείου της φύσης μου. Θα ‘θελα να μπορώ να γίνω η διόπτρα της ύλης που με περιβάλλει ανά κλάσμα του δευτερολέπτου. Να γίνω το μικρότερο κύτταρο του χώρου και να αποστασιοποιηθώ στην μεγαλύτερη δυνατή απόσταση που θα αμφισβητήσει την ευθεία λογική μου, την τμηματική μου όραση. Θα ‘θελα να μπορώ να είμαι εκείνη η ανάσα που αναζητώ στον τρόπο που μ’ αρέσει να ερωτεύομαι, να μεθώ, να χορεύω, να ερωτοτροπώ, να κλαίω με λυγμούς. Θα ‘θελα να μπορώ να είμαι οι μικρές επαναλήψεις στις κινήσεις των ανθρώπων που με περιβάλλουν, οι άμυνες τους και οι φόβοι τους, οι χαρές τους και το κοίταγμά τους. Όχι με τρόπο εγωιστικό, αλλά με τρόπο τρυφερό, ίσως ανώδυνο, ίσως επώδυνο. Θα ‘θελα να μπορώ να καταφέρω τη συνένωση μου με το άπειρο μέσα σε ένα πλέγμα κατανοητό προς εμένα, ας είναι και της μιας στιγμής. Θα ‘θελα να μπορώ να καταφέρω το αδιανόητο. Να πενθήσω κάποτε με χαρά, να καταλήξω με ηρεμία, να βιώσω συνειδητά τη ζωή και το θάνατο μαζί, να αγαπήσω τα σκουλήκια που θα γεννηθούν από το ψόφιο μου τομάρι, να εξελίξω τον έρωτά μου σε ένα ατέρμονο τέλμα. Θα ‘θελα να μπορώ να συναντώ νεογνές ψυχές ανθρώπων που σε μία έκρηξη τυχαιότητας θα πλεκόμαστε ο ένας στα νήματα του άλλου κι ύστερα από διαρκείς συναρτήσεις επιλογών θα χανόμαστε επαναληπτικά. Θα ‘θελα να μη μεγάλωνα τόσο βίαια. Θα ‘θελα να μη μίκραινα τόσο συχνά.